ΘΗΛΑΣΤΙΚΑ ΖΗΜΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ.



















Κάθε ζωντανός οργανισμός έχει τη θέση του στο οικοσύστημα είτε σαν παραγωγός όπως τα φυτά είτε σαν καταναλωτής όπως τα σαρκοφάγα και φυτοφάγα ζώα , οι πληθυσμοί του κάθε είδους επηρεάζουν την πυκνότητα όλων των υπολοίπων ειδών. Όλοι οι οργανισμοί έχουν ένα κρίσιμο μέγεθος πέρα από το οποίο επηρεάζουν αρνητικά την οικολογική ισορροπία. Το κρίσιμο μέγεθος του κάθε πληθυσμού έχει ένα ελάχιστο όπου πέρα από αυτό παύει να επιτελεί τον ρόλο του μέσα στο οικοσύστημα κι ένα μέγιστο όπου πέρα από αυτό επηρεάζει αρνητικά τους πληθυσμούς των άλλων ειδών και στις δύο περιπτώσεις το οικοσύστημα απορυθμίζεται και δημιουργούνται διάφορα προβλήματα.




Ο άνθρωπος με την τεχνολογία και την γενικότερη δραστηριότητα του έχει δημιουργήσει τεχνητά περιβάλλοντα όπως το αστικό και το αγροτικό , όπου με την δραστηριοποίηση του εξασφαλίζει την επιβίωση του. Τα περιβάλλοντα αυτά δεν είναι απομονωμένα αλλά αλληλεπιδρούν με τα διάφορα φυσικά περιβάλλοντα που βρίσκονται στην περιφέρεια τους και διαμορφώνουν νέες ισορροπίες στα φυσικά οικοσυστήματα. Οι ανέγγιχτες περιοχές είναι ελάχιστες καθώς η ανάγκη του ανθρώπου για διάφορους φυσικούς πόρους τον έχει ωθήσει και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές. Έτσι προκύπτει το εξής φαινόμενο τα περισσότερα οικοσυστήματα εμμέσως επηρεάζονται από τον άνθρωπο και σε αρκετά από αυτά ο άνθρωπος δραστηριοποιείται είτε για λόγους επιβίωσης είτε για λόγους αναψυχής. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες για λόγους επιβίωσης δρουν ανταγωνιστικά ως προς τα άλλα είδη των οικοσυστημάτων σε θέματα φυσικών πόρων όπως το έδαφος και το νερό.

Με την τεχνολογία ο άνθρωπος κατάφερε να τυποποιήσει την αγροτική παραγωγή του και να διαμορφώσει το αστικό περιβάλλον ακόμη πιο φιλικότερο προς αυτόν. Η εντατικοποίηση αυτή σκοπό είχε να ικανοποιήσει τις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες του και την μεγιστοποίηση της παραγωγής περιορίζοντας τους φυσικούς πληθυσμούς των ζώων και τον φυτών και αναγκάζοντας τους να προσαρμοστούν στις διαφορετικές συνθήκες. Η προσαρμογή αυτή οδήγησε τους διάφορους οργανισμούς στα νέα τεχνητά περιβάλλοντα προκαλώντας ζημιές και ασθένειες στους ανθρώπους. Βέβαια η επίδραση τους κυμαίνεται ανάλογα τις τοπικές συνθήκες και ο άνθρωπος δεν είναι πάντα ο καθοριστικός παράγοντας. Έτσι έχουμε διάφορα είδη ζώων να προκαλούν ζημιές στην υγεία και στην οικονομία του ανθρώπου, καθώς είτε ο άνθρωπος δραστηριοποιείται στο ενδιαίτημα τους είτε τα είδη αυτά έχουν προσαρμοστεί στα τεχνητά ανθρωπογενή περιβάλλοντα.
Όπως αναφέραμε παραπάνω κάθε είδος μπορεί δυνητικά να συμπεριφερθεί σαν επιβλαβές ως προς τον άνθρωπο και τις δραστηριότητες του. Διάφορες οικογένειες θηλαστικών όπως η Mustelidae προκαλούν μεγάλες ζημιές σε οικόσιτα ζώα που εκτρέφει ο άνθρωπος ενώ άλλες έχουν μικρή αρνητική επίδραση πάνω στις δραστηριότητες του ανθρώπου. Μεγαλύτερα προβλήματα δημιουργούνται από είδη που εμφανίζουν μεγάλη γεννητικότητα καθώς αντιδράνε άμεσα στις μεταβολές των τοπικών συνθηκών και χάνεται ο έλεγχος τους εύκολα , τέτοια είδη ανήκουν στην τάξη των Τρωκτικών (Rodentia). Άλλα είδη προκαλούν μικρές ζημιές σε καλλιέργειες ενώ άλλα είδη προκαλούν απώλειες στο ζωικό κεφάλαιο.

Ειδικότερα θα αναπτύξουμε της ζημιές που προκαλούνται από διάφορα θηλαστικά ομαδοποιώντας τα σε επίπεδο οικογένειας και θα επικεντρωθούμε σε κάποια από τα σημαντικότερα είδη της ελληνικής πανίδας.
Στα λαγόμορφα ανήκουν δύο σημαντικά θηραματικά είδη ο λαγός ( Lepus europaeus ) και το αγριοκούνελο ( Oryctolagus cuniculus). Σε μεγάλες πυκνότητες πληθυσμού και τα δύο είδη μπορεί να προκαλέσουν μεγάλες ζημιές στην βλάστηση προκαλώντας ακόμη και διαβρώσεις σε διάφορες περιοχές.

                                                                    Lepus europaeus
Επίσης μπορούν να δημιουργήσουν προβλήματα σε διάφορες αγροτικές καλλιέργειες , ενώ έχουν αναφερθεί και προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί σε δασικά φυτώρια και αναδασώσεις , καθώς τρώνε τους φρέσκους βλαστούς. Στην Ελλάδα δεν αντιμετωπίζουμε σημαντικά προβλήματα καθώς και τα δύο είδη θηρεύονται και σε γενικές γραμμές ο άνθρωπος και οι φυσικοί θηρευτές τους διατηρούν την πυκνότητα τους σε ανεκτά επίπεδα, ενώ οι πληθυσμοί του λαγού υποφέρουν και από την ασθένεια της κοκκιδίασης.
Στα τρωκτικά διακρίνουμε δύο οικογένειες : τα σκιουρόμορφα (σκίουροι) και τα μυόμορφα (αρουραίοι , ποντικοί) . Στα σκιουρόμορφα βρίσκουμε τους σκίουρους που όμως δεν δημιουργούν σημαντικά προβλήματα εκτός από την φλοιοφαγία που συμβαίνει σε έναν μικρό αριθμό δέντρων. Τα μυόμορφα από την άλλη με την μεγάλη γεννητικότητα τους προκαλούν τοπικά ή και σε ακόμη μεγαλύτερη έκταση , εξάρσεις των πληθυσμών τους με αποτέλεσμα την καταστροφή των αγροτικών καλλιεργειών , είτε επειδή καταναλώνουν τους σπόρους της νέας καλλιέργειας είτε καταναλώνουν την χλωρή βλάστηση τους. Επίσης κάποια είδη είναι φορείς επικίνδυνων ασθενειών όπως η λεπτοσπείρωση και η βουβωνική πανώλη που είναι άμεσοι κίνδυνοι για την ανθρώπινη υγεία. Επίσης τα μυόμορφα προκαλούν ζημιές στα αυγά των εδαφόβιων πτηνών. Γενικά μεγάλοι πληθυσμοί τους δημιουργούν προβλήματα και θα πρέπει να καταπολεμούνται.

Στην τάξη των σαρκοφάγων (Carnivora) ανήκουν οι οικογένειες των Κυνίδων (Canidae) των Αιλουροειδών (Felidae) και των Ικτίδων ( Mustelidae). Οι πρώτες δύο οικογένειες αντιμετωπίζουν προβλήματα περιορισμού των βιοτόπων τους αναγκάζοντας τα είδη αυτά να προκαλούν περιορισμένες ζημιές σε κτηνοτροφικά ζώα (λύκος) ενώ η αλεπού προκαλεί κάποιες ζημιές σε κηπευτικά και την αρπαγή οικόσιτων πτηνών. Οι ικτίδες με την νυφίτσα( Mustela nivalis) και το κουνάβι (Martes martes και Martes foina) προκαλούν μεγάλες ζημιές σε οικόσιτα πτηνά και σε περιόδους με έλλειψη τροφής προκαλούν ζημιές στα σε διάφορα θηραματικά πτηνά.

                                                                   Mustela nivalis
Η βίδρα (Lutra lutra) προκαλεί σημαντικές ζημιές σε πεστροφοτροφεία, και ο ασβός (Meles meles) σε περιόδους έλλειψης τροφής προκαλεί ζημιές σε καλλιέργειες δημητριακών.
Η αρκούδα( Ursus arctos) αναφέρεται ξεχωριστά λόγω του ότι ο πληθυσμός της είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα και όποιες ζημιές προκαλεί (μελισσοκομία και κτηνοτροφία) δεν μπορούν να αντιπαρατεθούν με την σημασία και την σπανιότητα της.


Επόμενη τάξη είναι αυτή των αρτιοδάκτυλων με τις οικογένειες των ελαφίδων (Cervidae) των βοειδών (Bovidae) και των χοιρίδων ( Suidae).Στις ελαφίδες ,ελάφια και ζαρκάδια, οι ζημιές που είναι χαρακτηριστικές της οικογένειας είναι η φλοιοφαγία και η ζημιά που προκαλεί αυτή στην δασοπονία καθώς καταστρέφει την αναγέννηση διάφορων δασοπονικών ειδών, βέβαια αν οι πυκνότητες των πληθυσμών τους διατηρούνται σε συγκεκριμένα επίπεδα οι ζημιές δεν είναι σημαντικές, στην Ελλάδα λόγω της λαθροθηρίας και των μικρών πληθυσμών τους δεν έχουν αναφερθεί
σημαντικά προβλήματα. Τα βοειδή όπως ο αίγαγρος(Capra aegagrus cretica) και το αγριόγιδο (Rupicarpa rupicarpa) περιλαμβάνουν στην διατροφή τους ετήσιους βλαστούς από διάφορα δασοπονικά είδη αλλά οι συνέπειες τους δεν είναι σημαντικές εφόσον οι πληθυσμοί τους διατηρούνται σε φυσιολογικά επίπεδα. Οι χοιρίδες με εκπρόσωπο το αγριογούρουνο ( Sus scrofa) προκαλούν ζημιές στην γεωργία και ειδικότερα στις καλλιέργειες του αραβόσιτου και της πατάτας.



Η ανάδειξη του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας σε σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό πόρο. Έχει ωθήσει την έρευνα σε αναζήτηση μεθόδων και στρατηγικών ώστε ο σκοπός να μην είναι η εξαφάνιση των επιβλαβών ειδών αλλά η αποτροπή του ζώου να προκαλέσει ζημιές και τον τοπικό περιορισμό του πληθυσμού τους επιβλαβούς είδους.
Έτσι πλέον μιλάμε για μετρά διαχείρισης και όχι για μέτρα εξολόθρευσης. Η εποχή επικηρύξεων της αλεπούς του λύκου και του τσακαλιού έχουν παρέλθει και πλέον αναφερόμαστε για εισαγωγή σε νέες περιοχές πληθυσμών των δύο τελευταίων. Τα περισσότερα είδη που προκαλούν ζημιές στην Ελλάδα έχουν ως συνήθη αιτία την έλλειψη των φυσικών θηρευτών τους. Έτσι έχουμε έναν αρουραίοπληκτο νομό ή επαρχία λόγω της εξαφάνισης των αλεπούδων και των φιδιών ,τα μέτρα που θα λαμβάναμε σε μια τέτοια περιοχή θα ήταν οι ψεκασμοί ( μυοκτονίες) σε σπίτια και αποθήκες θα φροντίζαμε για την προστασία των φυσικών θηρευτών, θα ενεργούσαμε για αποψίλωση από την ποώδη βλάστηση περιφερειακά από κτίρια για την καλλιέργεια των χέρσων εκτάσεων ώστε να μειώσουμε τις ιδανικές θέσεις για φωλεοποίηση , θα μπορούσε να γίνει περιορισμένη εφαρμογή δηλητηριασμένων δολωμάτων φροντίζοντας να μην βλαφτούν ωφέλιμα είδη ενώ θα πρέπει να γίνει στο μέτρο του δυνατού τοποθέτηση παγίδων.
Για τα υπόλοιπα είδη που απλά λόγω υπερπληθυσμού δημιουργούν προβλήματα σε καλλιέργειες και την κτηνοτροφία, θα μπορούσαν να εφαρμοστούν οι εξής πρακτικές:
Απομάκρυνση μέρους του πληθυσμού ώστε να μειωθεί η πυκνότητα και κατά συνέπεια η πίεση προς τις οικονομικές δραστηριότητες.
Ελεγχόμενη θήρα θηραματικών και μη ειδών , έπειτα από ενδελεχή μελέτη και υπό συνεχή παρακολούθηση.
Αποτροπή μέσω διαφόρων μεθόδων ( π.χ. περίφραξη, εκφοβισμό ) των ζώων από το να προκαλέσουν τις ζημιές.
Εμπλουτισμό των πληθυσμών των φυσικών θηρευτών τους και στην περίπτωση απουσίας αυτών την χρήση εκπαιδευμένων ή στείρων θηρευτών για την μείωση του πληθυσμού ( περίπτωση Λήμνου).

Καταλήγοντας θα πρέπει να μάθουμε από τα λάθη μας και να μεριμνούμε πριν την εφαρμογή οποιασδήποτε μεθόδου να αναλύουμε διεξοδικά τις επιπτώσεις των επεμβάσεων μας. Κάθε κρίκος στην τροφική αλυσίδα είναι εξίσου σημαντικός και θα πρέπει να φροντίζουμε στα φυσικά περιβάλλοντα οι επεμβάσεις μας να μην δημιουργούν νέες αστάθειες.


Σχόλια