Το φθινόπωρο του 2003 βρέθηκε στην Ελλάδα η ασθένεια του «μεταχρωματικού έλκους του πλατάνου», που προκαλείται από το μύκητα Ceratocystis fimbriata f.sp. platani. Το παθογόνο προσβάλλει μόνο είδη πλατάνου. Είναι η πλέον καταστρεπτική ασθένεια του πλατάνου διεθνώς, προκαλώντας νέκρωση των δένδρων. Νεαρά δένδρα συνήθως νεκρώνονται σε χρόνο μικρότερο των δύο ετών, ενώ τα μεγαλύτερα δένδρα μπορούν να επιβιώσουν για αρκετά χρόνια μετά την προσβολή τους από το παθογόνο, ωστόσο, ο θάνατος των προσβεβλημένων φυτών είναι αναπόφευκτος.
Η ασθένεια έχει προκαλέσει τεράστιες καταστροφές στην Ιταλία και τη Γαλλία, όπου πιθανολογείται ότι εισήχθηκε από τις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Στην Ελλάδα πιθανόν να έχει εισαχθεί με πολλαπλασιαστικό υλικό. Το παθογόνο αυτό αποτελεί μια τεράστια απειλή για τα πλατάνια της Ελλάδας και θα πρέπει να επιδιωχθεί με κάθε τρόπο η άμεση αντιμετώπισή του.
Συμπτώματα-Διάδοση
Το πλέον εμφανές σύμπτωμα είναι ο ξαφνικός μαρασμός ενός τμήματος της κόμης. Αυτό εμφανίζεται συνήθως την άνοιξη και το καλοκαίρι, που οι ανάγκες του φυτού σε νερό είναι αυξημένες. Τα φύλλα κιτρινίζουν πρόωρα και μαραίνονται· έτσι μπορούν να διακριθούν από τα γειτονικά υγιή φύλλα. Πολύ συχνά την άνοιξη, ένας κλάδος ή ολόκληρο το δένδρο μπορεί να μην αναβλαστήσει καθόλου, ή οι νέοι οφθαλμοί ξαφνικά μαραίνονται και νεκρώνονται πριν ακόμη αναπτυχθούν. Σε μεγάλα δένδρα με προσβολή στον κορμό, πριν εμφανιστούν νεκρώσεις κλάδων, παρατηρείται μια γενική αραίωση της κόμης και συμπτώματα μικροφυλλίας.
Κατά μήκος του προσβεβλημένου κορμού και των κλάδων παρατηρούνται επιμήκη έλκη, ωστόσο, αυτά είναι αρκετές φορές δυσδιάκριτα, επειδή καλύπτονται από το φλοιό. Ο προσβεβλημένος εσωτερικός φλοιός και η περιοχή του καμβίου παίρνουν μια σκούρα κυανόμαυρη απόχρωση. Το σομφό ξύλο μεταχρωματίζεται σε καστανοκόκκινο έως κυανόμαυρο. Σε εγκάρσια τομή τα μεταχρωματισμένα τμήματα του ξύλου έχουν ακτινική διάταξη και επεκτείνονται ορισμένες φορές μέχρι το κέντρο του κορμού.
Σε προσβεβλημένα δένδρα που δεν έχουν ακόμα νεκρωθεί, όταν αποκολληθεί ο φλοιός, διακρίνονται κατά μήκος του κορμού και των κλάδων λωρίδες μεταχρωματισμένου ξύλου, σε σχήμα ελλειπτικό έως φλογοειδές.
0 μύκητας είναι τραυματοπαράσιτο. Εισβάλλει από πληγές στο φλοιό των κλάδων, του κορμού και των ριζών. Επίσης, διαδίδεται με επαφή και συνένωση των ριζών μεταξύ γειτονικών δένδρων. Μέσα στους προσβεβλημένους ιστούς και σε επιφάνειες που προκύπτουν από κοπή ή σπάσιμο των κλάδων ή του κορμού ο μύκητας δημιουργεί τα σπόριά του. Παράγει τρία είδη αγενών σπορίων: κυλινδρικά ενδοκονίδια, δολιμορφικά (βαρελοειδή) ενδοκονίδια και παχύτοιχα χλαμυδοσπόρια. Επίσης, ο μύκητας σχηματίζει περιθήκια (εγγενές στάδιο), μέσα στα οποία αναπτύσσονται οι ασκοί με τα ασκοσπόρια.
Ως κυριότερος παράγοντας διασποράς του παθογόνου θεωρείται ο άνθρωπος, με τη μεταφορά φυτευτικού υλικού ή/και ξυλείας από περιοχές με προσβολές σε αμόλυντες περιοχές. Πολύ συχνά ο μύκητας μεταφέρεται από προσβεβλημένα σε υγιή φυτά με τα εργαλεία κλαδεύσεως και υλοτομίας. Κίνδυνος διάδοσης του παθογόνου υπάρχει επίσης με τις εργασίες υλοτομίας ασθενών δένδρων, όταν αυτές δε γίνονται με την απαιτούμενη προσοχή και επιμέλεια. Το παθογόνο μπορεί να επιβιώσει για μεγάλα χρονικά διαστήματα στο πριονίδι το οποίο προκύπτει από την υλοτομία και τον τεμαχισμό των δένδρων.
Το πριονίδι αυτό μπορεί να μεταφερθεί με τον άνεμο ή με διερχόμενα αυτοκίνητα σε μεγάλες αποστάσεις. Επίσης, το πριονίδι ή κομμάτια από μολυσμένο ξύλο μπορεί να μεταφερθούν με το νερό στα ποτάμια. Άλλοι φορείς της ασθένειας μπορεί να είναι έντομα, πουλιά ακόμα και τρωκτικά, ωστόσο, δε θεωρούνται ως βασικοί παράγοντες διάδοσης του παθογόνου.
Αντιμετώπιση της ασθένειας
Οι χημικές μέθοδοι που έχουν εφαρμοστεί μέχρι σήμερα αποδείχτηκαν αναποτελεσματικές. Επειδή η ασθένεια διαδίδεται κυρίως ανθρωπογενώς, είναι δυνατόν να περιοριστεί η διασπορά της με τη λήψη προληπτικών φυτοπροστατευτικών μέτρων. Επιβάλλεται η λήψη αυστηρών μέτρων παρεμπόδισης της εισόδου της ασθένειας σε νέες περιοχές, με την απαγόρευση διακίνησης πολλαπλασιαστικού υλικού από τις περιοχές που έχει διαπιστωθεί η ασθένεια. Η διακίνηση ξύλου πλατάνου από τα προσβεβλημένα δένδρα, για καυσόξυλα ή άλλες χρήσεις, ενέχει τον κίνδυνο διάδοσης του παθογόνου σε νέες περιοχές και πρέπει να απαγορευτεί.Τα προσβεβλημένα δένδρα καθώς και τα γειτονικά τους που είναι ύποπτα προσβολής πρέπει να υλοτομούνται και αν είναι δυνατόν να εκριζώνονται. Σε νέες εστίες προσβολής, η αντιμετώπιση της ασθένειας είναι περισσότερο αποτελεσματική όταν γίνει έγκαιρη διάγνωση και ο αριθμός των ασθενών δένδρων είναι περιορισμένος.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να συλλέγονται όλα τα υπολείμματα υλοτομίας, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και το πριονίδι που παράγεται, και να καταστρέφονται με καύση. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν μεγάλα πλαστικά φύλλα κάτω από τα δένδρα που υλοτομούνται για να είναι δυνατή η συλλογή του πριονιδιού που παράγεται με την υλοτομία και τον τεμαχισμό του δένδρου. Επίσης, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν αλυσσοπρίονα με ειδική συσκευή που παγιδεύει το πριονίδι και δε διασπείρεται στην ατμόσφαιρα. Επειδή ένα μέρος από το πριονίδι μπορεί να διαφύγει, Θα πρέπει να ακολουθεί απολύμανση στα σημεία υλοτομίας, με τη χρησιμοποίηση ενός κατάλληλου μυκητοκτόνου (συνήθως 2% benomyl) ή 0.5% υποχλωριώδους νατρίου (χλωρίνης). 'Ολα τα εργαλεία υλοτομίας (τσεκούρια, πριόνια, λάμες αλυσσοπρίονων κλπ) πρέπει να απολυμαίνονται, με εμβάπτιση για αρκετά λεπτά σε ένα διάλυμα 1% υποχλωριώδους νατρίου και 50% μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης (πράσινο οινόπνευμα).
Το παραγόμενο ξύλο από την υλοτομία των ασθενών δένδρων πρέπει να καταστρέφεται με καύση ή να συλλέγεται σε ειδικούς χώρους υγειονομικής ταφής. Επίσης, Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην παραγωγή μοριοπλακών ή να επεξεργαστεί σε πριστήρια, όπου το παραγόμενο πριονίδι συλλέγεται και καίγεται για την παραγωγή ενέργειας και το πριστό ξύλο στη συνέχεια υφίσταται τεχνητή ξήρανση.
Το παραγόμενο ξύλο από την υλοτομία των ασθενών δένδρων πρέπει να καταστρέφεται με καύση ή να συλλέγεται σε ειδικούς χώρους υγειονομικής ταφής. Επίσης, Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην παραγωγή μοριοπλακών ή να επεξεργαστεί σε πριστήρια, όπου το παραγόμενο πριονίδι συλλέγεται και καίγεται για την παραγωγή ενέργειας και το πριστό ξύλο στη συνέχεια υφίσταται τεχνητή ξήρανση.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ
http://demi-zouzounews.blogspot.com
Σχόλια